Όταν ο καιρός συννεφιάζει ή η μέρα μας δεν πάει όπως θα θέλαμε, λίγα πράγματα προσφέρουν τόση παρηγοριά όσο μια ζεστή σούπα. Το comfort food συνδυάζει γεύση με μνήμες και συναισθήματα.
Η γεύση της θαλπωρής
Ο όρος comfort food εμφανίστηκε για πρώτη φορά τη δεκαετία του ’60 στις Ηνωμένες Πολιτείες, για να περιγράψει εκείνα τα φαγητά που προσφέρουν συναισθηματική ανακούφιση. Δεν είναι απαραίτητα εντυπωσιακά πιάτα — συνήθως είναι απλά, γνώριμα, σπιτικά. Φαγητά που τρώγαμε μικροί, που μας τα έφτιαχνε η μαμά ή η γιαγιά, ή που συνδέονται με στιγμές θαλπωρής και ασφάλειας.
Η ψυχολογία του comfort food είναι βαθιά ανθρώπινη. Έρευνες δείχνουν πως όταν τρώμε κάτι που μας θυμίζει ευχάριστες στιγμές, ο εγκέφαλος απελευθερώνει ντοπαμίνη — την ορμόνη της ευχαρίστησης. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που η μυρωδιά του φούρνου μπορεί να μας κάνει να νιώσουμε αμέσως καλύτερα. Το φαγητό γίνεται γέφυρα ανάμεσα στο παρόν και το παρελθόν, ανάμεσα στο σώμα και την ψυχή.
Τι είναι από ότι λένε οι ειδικοί
Σε ένα άρθρο που δημοσιεύθηκε στο International Journal of Gastronomy and Food Science αναφέρεται οτι comfort food είναι εκείνα τα τρόφιμα που παρέχουν «νοσταλγία ή αίσθηση ευεξίας». Τροφοδοτούν μια συναισθηματική φόρτιση που αυξάνεται από τις αισθήσεις της γεύσης, αφής και μυρωδιάς μας. Τα τρόφιμα αυτά είναι πιο πιθανό να είναι γλυκά ή αλμυρά αντί για όξινα ή πικρά, προσθέτει το άρθρο.
Η Shira Gabriel, αναπληρώτρια καθηγήτρια ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μπάφαλο, λέει ότι το φαγητό αυτό, έχει ιδιαίτερη ελκυστικότητα όταν αισθανόμαστε μοναξιά ή απόρριψη, και μπορεί ακόμη και να βοηθήσει στην καταπολέμηση αυτών των συναισθημάτων.
Μια μελέτη της Gabriel και του ερευνητή, Jordan Troisi, αναφέρει ότι τα τρόφιμα που ανήκουν στο comfort food μπορούν να εξυπηρετήσουν διαφορετικές ψυχολογικές καταστάσεις. Αναφέρει συγκεκριμένα πως μια παραδοσιακή κοτόσουπα μπορεί να ικανοποιήσει την ανάγκη μας να ανήκουμε.
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, το comfort food γνώρισε μια απίστευτη αναβίωση. Με τα εστιατόρια κλειστά και τον κόσμο περιορισμένο στα σπίτια του, πολλοί ανακάλυψαν ξανά τη χαρά της κουζίνας. Ζύμες, σούπες, πίτες, παραδοσιακές συνταγές — όλα εκείνα που είχαν ξεχαστεί επέστρεψαν, γεμίζοντας τα σπίτια με αρώματα και συναισθήματα. Ίσως γιατί, μέσα στην αβεβαιότητα, όλοι χρειαζόμασταν κάτι γνώριμο να μας γειώσει.
Σε ένα πείραμα που έγινε στην περίοδο του lockdown, κλήθηκαν κάποιοι εθελοντές οι οποίοι κρατούσαν ένα καθημερινό ημερολόγιο φαγητού και συναισθημάτων για δύο εβδομάδες, καταγράφοντας πόσο έτρωγαν, αν είχαν καταναλώσει αυτό που θεωρούσαν ότι είναι comfort food και αν ένιωσαν μοναξιά ή όχι.

Μετρώντας την πρόσληψη τροφής σε σχέση με τα αυτοαναφερόμενα επίπεδα απομόνωσης, οι μετέχοντες της μελέτης, διαπίστωσαν ότι τα άτομα με ισχυρές συναισθηματικές σχέσεις ήταν πιο πιθανό από άλλους να φτάσουν να υπερκαταναλώσουν comfort food, προκειμένου να κατευνάσουν τα συναισθήματα τους.
Αυτό που για τον έναν μπορεί να είναι comfort food, για τον άλλον μπορεί να μην είναι. Παρόλα αυτά μπορούμε να εντάξουμε μια πληθώρα φαγητών στην κατηγορία αυτή διότι συναντώνται συχνά στις συλλογικές προτιμήσεις μιας μεγάλης ομάδας του πληθυσμού.
Το ελληνικό comfort food δεν είναι πολυτέλεια. Είναι το καθημερινό φαγητό που τρώγεται με αγάπη και συνοδεύεται από ιστορίες. Είναι τα γεμιστά του καλοκαιριού, το παστίτσιο της Κυριακής, οι φακές της μαμάς που ποτέ δεν έμοιαζαν με κανενός άλλου. Είναι η μυρωδιά του τηγανιού, το τσίκνισμα στο λάδι, η φωνή που φωνάζει από το σαλόνι «έτοιμο το φαγητό!».
Μερικά τέτοια παραδείγματα θα μπορούσαν να είναι τα εξής:
- Μαγειρίτσα
- Σαγανάκι
- Μουσακάς
- κεφτεδάκια
- σουτζουκάκια
- παραδοσιακές πίτες
- πίτσες
- ζουμερά μπιφτέκια, γεμιστά και άλλα πολλά.
Για τον καθένα μας, η γεύση της παρηγοριάς είναι διαφορετική. Για κάποιον μπορεί να είναι ένα πιάτο μακαρόνια με κιμά, για άλλον ένα βαθύ πιάτο τραχανά με τριμμένη φετα, ή μια αχνιστή κοτόσουπα. Κάποιος άλλος θα βρει παρηγοριά σε ένα απλό τοστ, ή ένα τηγανητό αυγό φτιαγμένο όπως το έκανε η μητέρα του όταν ήταν παιδί. Αυτά τα φαγητά κουβαλούν μέσα τους κάτι περισσότερο από θερμίδες — κουβαλούν μνήμες.

Από τη νοσταλγία στη fusion γαστρονομία
Σήμερα, το comfort food έχει περάσει σε μια νέα φάση. Τα εστιατόρια παίζουν με τις παραδοσιακές συνταγές, δημιουργώντας μοντέρνες εκδοχές που ισορροπούν ανάμεσα στη νοσταλγία και τη δημιουργικότητα. Ένα παστίτσιο με vegan μπεσαμέλ, μια «μαμαδίστικη» σούπα με ασιατικές νότες, ένα ρυζόγαλο με βανίλια και αλατισμένη καραμέλα. Όσο κι αν η δημιουργική γαστρονομία επέμβει και παραλλάξει ένα πιάτο η ουσία παραμένει ίδια: να νιώσουμε καλά.
Το comfort food δεν είναι απλώς τάση, είναι μια ανάγκη. Σε μια εποχή που όλα αλλάζουν, που οι ρυθμοί είναι εξαντλητικοί και οι άνθρωποι απομακρύνονται, το φαγητό μάς θυμίζει κάτι βαθιά ανθρώπινο. Μας θυμίζει ότι η φροντίδα και η στοργή μπορούν να χωρέσουν σε ένα πιάτο.
Ίσως τελικά το comfort food να μην έχει να κάνει τόσο με το φαγητό, όσο με τη μνήμη. Με το συναίσθημα ότι, έστω και για λίγο, μπορούμε να επιστρέψουμε σ’ εκείνο το ζεστό τραπέζι όπου όλα ήταν απλά. Να ξαναγίνουμε παιδιά, να μυρίσουμε τη σάλτσα που σιγοβράζει, να νιώσουμε ότι είμαστε ασφαλείς. Αυτό είναι αρκετό.
