Το καλοκαίρι ή τον χειμώνα, σκέτα ή με πάγο ακόμα και σαν βασικό χαρακτηριστικό ενός απολαυστικού cocktail. Τα liqueurs αποτελούν με λίγα λόγια το αλάτι και το πιπέρι ενός σωστά δομημένου bar.
Αλήθεια όμως τι είναι λικέρ; Ποια η ιστορία τους; Ποια ελληνικά λικέρ ξεχωρίζουν;
Η λέξη λικέρ προέρχεται από το λατινικό liquifacere που σημαίνει διαλύω και αναφέρεται στην διάλυση των αρωμάτων και των γεύσεων στο οινόπνευμα. Στις σελίδες της ιστορίας τα ηδύποτα εμφανίζονται ως φαρμακευτικά προϊόντα ανάμιξης βοτάνων διαλυμένων σε οινόπνευμα, για την αντιμετώπιση ασθενειών και παθήσεων του οργανισμού όπως η μαλάρια, οι πόνοι της περιόδου και οι στομαχικές διαταραχές.
Τα πρώτα λικέρ εμφανίστηκαν τον 16ο αιώνα, τα περισσότερα με την υπογραφή μοναχών και αρκετά από αυτά με στόχο τις φαρμακευτικές τους ιδιότητες. Τον 17ο και τον 18ο αιώνα η κατανάλωση τους άρχισε να κερδίζει έδαφος, αλλά παρ ’όλα αυτά εξακολούθησαν να παραμένουν σε μονοδιάστατες, γλυκές εκδοχές. Τον 19ο άρχισε η μεγάλη εξέλιξη των λικέρ και πολλά από αυτά ανανεώθηκαν και ενισχύθηκαν αρωματικά και γευστικά.
Στον 20 αιώνα για αρκετές δεκαετίες, μέχρι τα ’80s, δεν υπήρχε ελληνικό αστικό σπίτι που να μην είχε στην κάβα του.
Ο πρώτος όμως διάσημος “μπάρμαν” που διέδωσε την τεχνογνωσία του πως φτιάχνονται λικέρ ήταν ο μάγειρας Νικόλαος Τσελεμεντές που στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, στο περιοδικό Οδηγός Μαγειρικής, τα έβαλε σε κάθε ελληνικό σπίτι. Από τότε πολλά έχουν αλλάξει αφού η γνώση έχει μεγαλώσει αλλά το μεράκι των παραγωγών συνεχίζει να περνάει από γενιά σε γενιά.
Εξέχουσα θέση στην ελληνική χαρτογραφία των λικέρ έρχεται από μία μικρή ποτοποιία από το Ρέθυμνο της οικογένειας Ζουμπεράκη . Η πρόταση της δεν είναι άλλη από το PetimezoRaki. Ένα εκπληκτικό λικέρ που έχει σαν βάση την διάσημη κρητική τσικουδιά που συνδυάζεται με το φυσικό σιρόπι του μούστου δηλαδή το πετιμέζι. Ένα αλκοολούχο ποίημα που παράγετε με αυστηρή επιλογή σταφυλιών πάντα με τους κανόνες της βιολογικής καλλιέργειας.
Ακόμα μία ξεχωριστή πρόταση από την Κρήτη έρχεται από την Καίτη Ντιναπόγια που κατάφερε να βάλει τις κρητικές ομορφιές μέσα σε ένα μπουκάλι οινοπνεύματος. Η εταιρεία Dinapoja μας προσφέρει ιδιαίτερες συνταγές αφού πολύ δύσκολα θα βρει κάποιος λικέρ με γεύσεις όπως ρόδι με τσίλι, μέλι, μύρτο, αρμπαρόριζα, φασκόμηλο. Έκπληξη όμως κάνει το μοναδικό λικέρ που έρχεται από το σήμα κατατεθέν της ελληνικής φύσης την περιβόητη ελιά. Ένα ποτό που συνδυάζει τον καρπό και τα φύλλα της ελιάς με άνθη και βότανα της ελληνικής φύσης που συναντάνε μία τσικουδιά εξαιρετικής ποιότητας. Ακόμα πιο ξεχωριστή πρόταση το πως μπορείς να απολαύσεις αυτό το αριστούργημα είναι ότι μπορείς να το προσθέσεις σε παγωτό, κρέπες και για τους πιο τολμηρούς σε dressing για σαλάτες.
Μπορεί να μιλάμε για τους αντιπροσώπους της ελληνικής φύσης στα ποτά αλλά το χρυσό πορτοκάλι που κατάγεται από την Κίνα, πλέον αποτελεί το σήμα κατατεθέν της ποτοποιίας της Κέρκυρας. Φυσικά αναφερόμαστε στο κουμκουάτ, ένα παραδοσιακό λικέρ που παρασκευάζεται με αγνές πρώτες ύλες, με υπέροχη γεύση και μοναδικό άρωμα. Τα παραπάνω χαρακτηριστικά αναδεικνύονται ιδανικά με την τέχνη του marketing από το εργοστάσιο της οικογένειας Μαυρομμάτη.
Η συγκεκριμένη εταιρεία παρουσιάζει αυτό το λικέρ σε διαφορετικές περιεκτικότητες σε αλκοόλ που συνοδεύονται σε διαφορετικά μπουκάλια με ακόμα διαφορετική περιεκτικότητα. Χαρακτηριστικά οι περιεκτικότητες σε αλκοόλ που προτάσσονται είναι 15%, 20% και 25%, τα διαφορετικά μπουκάλια πάνω από 30 και η περιεκτικότητα των μπουκαλιών ξεκινάν από 40ml μέχρι και 700ml.
Ένα χαρακτηριστικό που ξεχωρίζει ακόμα περισσότερο την παραπάνω πρόταση είναι ότι το λικέρ παράγεται και με την προσθήκη γάλακτος ( κουμκουάτ creme ) που προφανώς η γεύση παραπέμπει στα διάσημα cocktail τύπου collada που έκαναν θραύση στην δεκαετία του 80.
Φυσικά αντιπρόσωπο δεν έχει μόνο το Ιόνιο Πέλαγος αλλά και το Αιγαίο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Νάξος με το λικέρ από κίτρο. Σαν πρώτη ύλη είναι τα αιθέρια έλαια από τα φύλλα του δέντρου της κιτριάς. Η καλλιέργεια αυτών των ισχυρών αρωματικών ελαίων από το ελληνικότατο εσπεροειδές φρούτο ξεκίνησε από τον Μάρκο Βαλληνδρά το μακρινό 1896 και συνεχίζεται η παράδοση μετά από 5 γενιές που όχι μόνο κράτησαν την πατροπαράδοτη συνταγή αναλλοίωτη αλλά το προτείνουν σε τρία διαφορετικά είδη:
✅ πράσινο 30% αλκοόλ
✅ άσπρο 33%
✅ κίτρινο 36%
Η διαφορετικότητα των συγκεκριμένων λικέρ υπάρχει και στη αναλογία σε ζάχαρη με προτίμηση των ντόπιων στο άσπρο αφού δεν είναι πάρα πολύ γλυκό όπως το πράσινο αλλά και όχι τόσο λίγο σε γλυκύτητα όσο το κίτρινο.
Η πεμπτουσία της ελληνικής γαστρονομίας μπορεί να είναι το φαγητό. Μπορεί ένα κομμάτι φέτα να αποδίδει 100% το τι είναι made in Greece, το ίδιο ενδεχoμένως και το αυγοτάραχο από το Μεσολόγγι ή και ακόμα η σταφίδα από την Κόρινθο.
Μα γιατί όμως πρέπει να λέμε όχι σε ελληνικές πρώτες ύλες που συνδυάζονται σε παραδοσιακές συνταγές που έρχονται στο ποτήρι μας. Το ελληνικό liquidization πρέπει να έχει ξεχωριστή θέση σε κάθε επισιτιστική επιχείρηση όχι μόνο γιατί απλά είναι μια διαφορετική πρόταση αλλά γιατί μπορεί ένα γεύμα ή και ακόμα ένα ποτό να το μετατρέψει σε ανεπανάληπτη γαστρονομική εμπειρία .